Σε συνέχεια της ΥΔΙΠ το ελληνικό κράτος στις αρχές του 1944, και πριν την απελευθέρωση, δημιούργησε την ΚΥΔΙΠ, την Κεντρική Υπηρεσία Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών με σκοπό να διαχειριστεί τις εβραϊκές περιουσίες στις υπόλοιπες, πλην Μακεδονίας, περιοχές της Ελλάδας. Στις ημέρες της απελευθέρωσης η ΚΥΔΙΠ μετονομάστηκε σε Κεντρική Υπηρεσία Εκκαθαρίσεως και Αποδόσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών. Συνέχισε την παρακολούθηση των εβραϊκών περιουσιών και την τοποθέτηση μεσεγγυούχων ακόμη και το 1945 μετά την λήξη του πολέμου.

Παράλληλα με την διαχείριση των εβραϊκών περιουσιών το ελληνικό κράτος ξεκίνησε  με μια σειρά νομοθετημάτων την διαδικασία απόδοσης στους νόμιμους κατόχους ή κληρονόμους των περιουσιών αυτών. Ο αναγκαστικός νόμος 846 του 1946 «περί καταργήσεως του κληρονομικού δικαιώματος του Κράτους επί των εκκειμένων Ισραηλιτικών περιουσιών» ήταν ένα ουσιαστικό πρώτο βήμα, που ολοκληρώθηκε με βασιλικό διάταγμα στις 29 Μαρτίου του 1949 και την ίδρυση του ΟΠΑΙΕ.

Παρά τις νέες προβλέψεις των νόμων, την συνειδητοποίηση του μαζικού εγκλήματος εναντίον των Εβραίων και της λεηλασίας των ακινήτων τους, η διαδικασία επιστροφής των περιουσιών αποδείχθηκε εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία. Η δαιδαλώδης γραφειοκρατία, οι δικαστικές αποφάσεις και τα νομικά προσκόμματα δημιούργησαν δυσάρεστες συνθήκες σε ανθρώπους ταλαιπωρημένους και σε μια κοινότητα που πάσχιζε να βρει πόρους για να περιθάλψει όσους είχαν καταφέρει να επιζήσουν. Παράλληλα γινόταν φανερή μέσα από δημοσιεύματα του Τύπου η επιβίωση του αντισημιτισμού

 

 

Η ίδρυση του ΟΠΑΙΕ

Η δημιουργία του ΟΠΑΙΕ (Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως Ισραηλιτών Ελλάδος) το 1949 αποτέλεσε το πρώτο ουσιαστικό βήμα για τον εντοπισμό, την διεκδίκηση και επιστροφή των εβραϊκών περιουσιών στους νόμιμους ιδιοκτήτες ή κληρονόμους τους ή στην ίδια την εβραϊκή κοινότητα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις στον ΟΠΑΙΕ περιήλθαν οι σχολάζουσες (αδιάθετες, εγκαταλελειμμένες) περιουσίες των Ελλήνων Ισραηλιτών που απεβίωσαν κατά τη διάρκεια των φυλετικών διωγμών 1943-1944, εφόσον δεν κατέλιπαν κληρονόμους ή συγγενείς μέχρι τετάρτου βαθμού. Μετά από πέντε χρόνια από τη λήξη του πολέμου στην Ελλάδα, δημιουργήθηκε μια υπηρεσία που μπορούσε να αποκαταστήσει την νομιμότητα.

 

 

Ο ΟΠΑΙΕ κληρονόμησε την περιουσία που διαχειριζόταν η ΥΔΙΠ και μετέπειτα ΚΥΔΙΠ, δηλαδή ακίνητα σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας καθώς και ελάχιστα κινητά (τιμαλφή). Εκτός από τα ακίνητα αυτά, ο ίδιος ο ΟΠΑΙΕ εντόπισε και ακίνητα που δεν συμπεριλαμβάνονταν στη διαχείριση της ΚΥΔΙΠ αναδεικνύοντας και το σύνθετο του προβλήματος. Της συνειδητής δηλαδή προσπάθειας να «εξαφανιστούν» εβραϊκά ακίνητα ώστε να μην διεκδικηθούν ποτέ. Τούτο έδωσε και όλο το πλαίσιο στη μακροχρόνια συζήτηση για την τύχη των εβραϊκών περιουσιών δεδομένης της λεηλασίας που είχε προηγηθεί και των μεθοδεύσεων που είχαν εφαρμοστεί. 

Το γραφείο που δημιούργησε ο  ΟΠΑΙΕ στη Θεσσαλονίκη με διοικητικό και τεχνικό προσωπικό ανέλαβε να εξακριβώσει την τύχη των εβραϊκών ιδιόκτητων ακινήτων. Παράλληλα οι υπηρεσίες του έλεγξαν τις αγοραπωλησίες εβραϊκών ακινήτων κατά τη διάρκεια της κατοχής. 

Μέχρι το 1979 που το γραφείο του ΟΠΑΙΕ λειτουργούσε στην πόλη εξετάστηκαν εκατοντάδες υποθέσεις ακινήτων, που είτε επεστράφησαν στους νόμιμους ιδιοκτήτες ή κληρονόμους είτε διεκδικήθηκαν και αποδόθηκαν στον οργανισμό, Σε περίπτωση διεκδικήσεων, αμφισβητήσεων και καταπατήσεων εγείρονταν αγωγές είτε από τον ΟΠΑΙΕ είτε από αντιδίκους κατά του ΟΠΑΙΕ και έτσι οι δικαστικοί αγώνες υπήρξαν ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητας του Οργανισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρχαν περιπτώσεις ακινήτων που χρειάστηκαν δεκαετίες για να ολοκληρωθεί η διαδικασία απόδοσης τους.

Το συμπέρασμα στο οποίο έχει αρχικά καταλήξει το ερευνητικό πρόγραμμα είναι πως η δημιουργία του ΟΠΑΙΕ πρόσφερε το νόμιμο πλαίσιο για να διεκδικηθούν και αποδοθούν οι εβραϊκές ακίνητες περιουσίες. 

 

 

Οι αντιδράσεις

Με την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων από την Ελλάδα ανακινήθηκε και το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών. Πολύ σύντομα φάνηκε και η απροθυμία όσων είχαν λάβει ακίνητα, σπίτια και καταστήματα, στην πιθανή περίπτωση που κληθούν να τα επιστρέψουν. Οι ισχυρότερες αντιδράσεις φαίνεται πως προήλθαν από ανθρώπους που είτε είχαν σχέσεις με το προηγούμενο καθεστώς είτε το οικονομικό διακύβευμα ήταν υψηλό. Παράλληλα εκδηλώθηκε σε αρκετές περιπτώσεις ο υφέρπων αντισημιτισμός που υπήρχε παρά το γεγονός ότι είχε αποκαλυφθεί το φριχτό έγκλημα της γενοκτονίας των Εβραίων. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση εχθρικών δημοσιευμάτων στον τοπικό τύπο όταν η εβραϊκή κοινότητα ζήτησε να της δοθεί πίσω ο πολυέλαιος που είχε βρεθεί στον ιερό ναό της Αναλήψεως και ανήκε στη Συναγωγή που είχε λεηλατηθεί.

 

 

Η δημιουργία το 1949 του ΟΠΑΙΕ, πέντε χρόνια μετά την λήξη του πολέμου στην Ελλάδα, έφερε μεγάλες αντιδράσεις από όσους ακόμη νέμονταν τις εβραϊκές περιουσίες. Η δημιουργία διαφόρων συλλόγων μεσεγγυούχων είχε ως κύριο στόχο την παρεμπόδιση της νόμιμης διαδικασίας επιστροφής των περιουσιών ή ακόμη και την μη καταβολή των μισθωμάτων που προβλέπονταν. Σε αρκετές περιπτώσεις οφείλονταν προς την ΚΥΔΙΠ μισθώματα αρκετών ετών που οι μεσεγγυούχοι δεν κατέβαλλαν ως όφειλαν. Μέσα από αυτή τη διαδικασία διαπιστώθηκε σωρεία παράνομων πράξεων όπως υπενοικίασης, υπεκμίσθωσης ή ακόμα και προσπάθειες παράνομης πώλησης εβραϊκών ακινήτων. Στην οδό Μιαούλη υπήρξε περίπτωση όπου η μεσεγγυούχος ενοικίαζε το διαμέρισμα που της είχε παραχωρηθεί από την ΥΔΙΠ εμφανιζόμενη ως ιδιοκτήτρια επί δέκα έτη, ενώ σε άλλη περίπτωση ο μεσεγγυούχος παραχώρησε το ακίνητο στα παιδιά του. Τοποθετημένοι οι περισσότεροι από τους Γερμανούς οι μεσεγγυούχοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να ακυρώσουν τις προσπάθειες επιστροφής των ακινήτων, ειδικά των καταστημάτων.

Οι ανακοινώσεις των μεσεγγυούχων αποδεικνύουν το απόλυτο των θέσεών τους αφού ζητούσαν την κατάργηση του ΟΠΑΙΕ, την μη καταβολή των ενοικίων που οφείλονταν και την οριστική παραχώρηση των ακινήτων σε αυτούς. Σε κάθε περίπτωση γινόταν συνειδητός διαχωρισμός, όπως η αναφορά σε Έλληνες και Εβραίους, αναδεικνύοντας έναν αντισημιτισμό που είχε οικονομική βάση.

 

 

 

Search